Φάρος Φάσσας [ΑΕΦ 8040]



Κυκλικός πύργος ύψους 17,9μ. με οικία φαροφυλάκων. Βρίσκεται σε στίγμα 37 57,9 γεωγραφικό πλάτος και 24 42,2 γεωγραφικό μήκος, στη βορειοδυτική άκρη της Άνδρου, ένα χιλιόμετρο μέσα από την ακτή και σε εστιακό ύψος 212μ. Πρωτολειτούργησε το 1859 με πηγή ενέργειας το πετρέλαιο, με χαρακτηριστικό λευκό με μία αναλαμπή ανά τρία λεπτά και φωτοβολία 30ν.μ..
Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου παρέμεινε σβηστός και στα πλαίσια ανασυγκρότησης του Φαρικού Δικτύου, επαναλειτούργησε το 1945 με πηγή ενέργειας το πετρέλαιο.
Το 1993 αντικαταστάθηκαν τα μηχανήματα πετρελαίου, ο φάρος ηλεκτροδοτήθηκε και λειτούργησε ως αυτόματος ηλεκτρικός, με χαρακτηριστικό μία λευκή αναλαμπή ανά 10 δλ. και φωτοβολία 25 ν.μ..



«Του φάρου τούτου γίνεται και άλλη περίεργος και όλως άσχετος προς τον προορισμόν αυτού χρήσις. Οι έχοντες περί τον φάρον αγροκήπια αποφεύγοντες τον καύσωνα της ημέρας προτιμώσι να καλιεργώσι ταύτα υπό το ισχυρόν φως του φάρου όστις από ύψους 21.3 μέτρων διαχέει φως έχον έντασιν 10.000 μεν κηρίων κατά την φάσιν του σταθερού φωτός 65.000 δε κηρίων κατά την διαδεχομένην ταύτην φάσιν της παρατεινομένης αναλαμπής».
πηγή: Στυλιανός Εμμ. Λυκούδης, 
'Ιστορικό Περί των Φάρων των Ελληνικών Ακτών'.



“Εκεί, στην απωτέραν άκραν του νησιού, στο μάτι του βορρά, στην μπούκα της τραμουντάνας, όρθιος πάντοτε και στιλπνός, ο τηλαυγής νηοπομπός, επάνω από τα κύματα και επάνω από τον τρόμον σαρώνει κάθε νύκτα τον ορίζοντα, με εκθαμβωτικάς κάθε νυχτιάς εκλάμψεις, ακοίμητος πάντοτε και ισχυρός, οδηγητής και ψυχοσώστης, των ποντοπόρων ο άγρυπνος φρουρός, ο μέγας της Φάσσας φάρος”.

Ανδρέας Εμπειρίκος


‘Η φωτοβολία τοῦ φάρου μειοῦται σημαντικῶς ἐν χειμῶνι, μὲ τὰς ἀπὸ βορρᾶ θυέλλας, λόγῳ ἐπισωρεύσεως νεφῶν περὶ τὸν φἁρον.
Διὰ τοῦτο τὰ ὑπὸ τοιαὑτας καιρικὰς συνθήκας κατερχόμενα πλοῖα, πρέπει νὰ ἀναγνωρίζουν τὸν φάρον βραχονησῖδος Καφηρεὺς πρωτίστως.
Ὅταν ὁ καιρὸς εἶναι συννεφώδης, ἀλλ’ ἄνευ βροχῆς ἤ χιονοθυελλῶν, αἱ προβολαὶ τῶν ἀναλαμπῶν φαίνονται εἰς τὰ νέφη ἀπὸ πολὺ μεγαλυτέρων ἀποστάσεων.

πηγή: Στυλιανός Εμμ. Λυκούδης, “Φαροδείκτης [...] 1934”, 
Πειραιάς, Τύποις Ναυτικής Σχολής Δοκίμων, 1935-1936


Μα τι σημαίνει η λέξη «Φάσσα»; Γιατί ονομάσθηκε αυτό το ακρωτήρι του Κάβο-Ντόρου έτσι; Προφανώς από τις φάσσες που φωλιάζουν στα βράχια αυτού. Ο φάσσες είναι οι «Φάοσες» των Αρχαίων Ελλήνων, ένα είδος λευκών αγριοπερίστερων που φωλιάζουν στα βράχια της περιοχής και που αστράφτουν στον ήλιο, καθώς φτερουγίζουν. Μα και η λέξη«Φάοσα» παράγεται από τη λέξη «φάος», τον ασυναίρετο τύπο της συνηρημένης λέξης «φως». Και εκεί λοιπόν στη «Φάοσα» οι Αρχαίοι Έλληνες έστησαν ένα φρυκτωρείο, για να εκπέμπει με το φρυκτό του, δηλαδή τον πυρσό του φάος, για να ειδοποιεί τα κατερχόμενα πλοία από το Βόρειο Αιγαίοι ότι, μόλις παρακάμψουν τη Φάοσα, το Παιώνιον ακρωτήριο, θα βρουν έναν ασφαλές λιμάνι, το λιμανάκι του σημερινού Πύργου. [...]

Aπό την ομιλία του φιλόλογου Ιωάννη Πίππα:


Πινακίδα της έκθεσης: 'Πέτρινοι Φάροι, από το χθες στο σήμερα', Άνδρος 2015

Σχέδια από το αρχείο της Υπηρεσίας Φάρων Π.Ν.




______________________________________________________________________________________________________


______________________________________________________________________________________________________